Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

Το βασιλόπουλο και η βασίλισσα των νεράιδων, της πηγής του Έρωτα (Κυπριακή παράδοση) - The queen and queen of the fairies, the source of Love (Cypriot tradition) - there is a translator on the website - La regina e la regina delle fate, fonte dell'amore (tradizione cipriota) - c'è un traduttore sul sito - Королева и королева фей, источник любви (кипрская традиция) - на сайте есть переводчик

Το βασιλόπουλο και η βασίλισσα των νεράιδων
Μια παράδοση από την Πάφο της Κύπρου για την Πηγή του Έρωτα
 Μια ενδιαφέρουσα παράδοση για την Πηγή περιλαμβάνεται ολοζώντανη στο κατωτέρου παραμύθι, το όποιο δημοσίευσε ο Κ. Προυσής στα «Κυπριακή Γράμματα» (Έ. ΙΑ', σ. 278 κ. έ.) στο Παφίτικο γλωσσικό Ιδίωμα.

 Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στα Κούκλια της Πάφου ένας βασιλιάς που είχε ένα μοναχογιό.
Ήταν το βασιλόπουλο της Πάφου, ξακουσμένο για την παλικαριά του και για την ομορφιά του. Στο πάλεμα, στο πήδημα, στο τρέξιμο, στο λιθάρι, ήταν πάντα πρώτο.
Ήταν όμως πιο πολύ ξακουσμένο σε όλη την Κύπρο για τον χειρισμό του τόξου. Όταν πήγαινε στο κυνήγι χρειάζονταν τρία μουλάρια για την μεταφορά των θηραμάτων που μάζευε, και τρεις δούλοι για να τα μαζεύουν και να τα φορτώνουν στα μουλάρια.
 Ο γέρο βασιλιάς δεν εμπόδιζε το βασιλόπουλο από την ασχολία αυτή.
Όμως πάντα τον έτρωγε ή έγνοια μήπως του συμβεί κανένα ατύχημα.
Μια μέρα το βασιλόπουλο συνάντησε μια φημισμένη μάγισσα και ζήτησε από αυτή να μάθει την τύχη του.
 Η μάγισσα του’ πε πώς θα παντρευτεί με τη βασίλισσα των νεράιδων και θα’ χει στη διαταγή του, όχι μόνο υπηρέτες και υπηρέτριες, αλλά και τα φαντάσματα, που τριγυρνούν τις νύχτες στις ρεματιές και στα γάργαρα νερά.
    Του είπε ακόμα πώς τη βασίλισσα των νεράιδων θα την συναντήσει στον Ακάμα, στους Δυο Ποταμούς, κοντά σε μια βρύση, πού πίνουν οι γέροι κι οι γριές το νερό της και γίνονται νέοι.
    Στη βρύση αυτή θα συναντηθούν, θ’ αγαπηθούν και θα παντρευτούν.
    Πέρασε κάμποσος καιρός και το βασιλόπουλο ξεκίνησε μια μέρα για το κυνήγι.
    Ο γέρο βασιλιάς αυτήν τη φορά είχε αντίρρηση και δεν ήθελε να του το επιτρέψει. Όμως το βασιλόπουλο επέμενε, κι ο γέρο βασιλιάς αναγκάστηκε να δεχτεί.
    Το βασιλόπουλο πήρε μαζί του τρεις δούλους, τρία μουλάρια και γλυκόπιοτο κρασί, τα σύνεργα του κυνηγιού και έφτασε στα μέρη του Ακάμα, και πήρε την ακρογιαλιά.
    Τα πυκνά δάση σκέπαζαν τη γη από την ακρογιαλιά ως τις κορυφές των βουνών, και στις κοιλάδες κυλούσαν κρυσταλλένια νερά από ολόδροσες βρυσούλες και χύνονταν στη θάλασσα.
    Το κύλισμα τους ήταν ατέλειωτο τραγούδι
    τραγούδι γλυκόφωνο σαν την Παφίτικη φωνή, πού τραγουδιέται ως σήμερα.
    Το βασιλόπουλο βρήκε εκεί άφθονο κυνήγι. οι πέρδικες, οι λαγοί, τα αγρινά*, oι αγριόχοιροι, ξεπετιούνταν από μπροστά του σε κάθε βήμα και κανένα δεν του ξέφευγε.
    Νόμιζες πώς είχε θεϊκό χέρι και δεν αστοχούσε το τόξο του.
    Όταν φόρτωσε τα τρία μουλάρια με κυνήγια, έστειλε τους δούλους του να τα πάρουν στο παλάτι, και το βασιλόπουλο προχώρησε από ένα μονοπάτι, αναζητώντας μια δροσερή πηγή για να καθίσει εκεί να ξαποστάσει.
    Σε λίγο έφτασε δίπλα από μια μεγάλη πηγή.
    Άκουσε τα γάργαρα νερά της πού κυλούσαν και προχώρησε προς τα εκεί.
    Βλέπει ένα σπήλαιο στον βράχο και την έξοδο του προς τα πάνω να φράσσεται από πολυτρίχια και κισσούς, αγριοσυκιές και μυρτιές και προς τα κάτω να χύνεται προς τα έξω ορμητικό νερό σαν κρύσταλλο.
    Πλησιάζει, και τι να δει!
    Μια νεράιδα ολόγυμνη να λούζεται στο βαθούλωμα πού σχημάτιζαν τα νερά στο πάτωμα του σπηλαίου, που έμοιαζε με μικρή λίμνη.
    Ήταν η βασίλισσα των νεράιδων!
    Στο αντίκρισμα της ομορφιάς της, το βασιλόπουλο έμεινε σαν απολιθωμένο.
 Η ομορφιά της σκόρπιζε το σκοτάδι του σπηλαίου.
Ήταν σαν ήλιος που έλαμπε εκεί μέσα.
 Η νεράιδα είδε τον αδιάκριτο επισκέπτη, τον είχε αντιληφθεί από τα πατήματά του.
 Χωμένη μέσα στο νερό, κοίταζε τον άγνωστο και το βλέμμα της δεν το σήκωνε από πάνω του.
 Της έκανε έκπληξη η ομορφιά του κι η λεβέντικη κορμοστασιά του.
    Ποτέ της δεν είχε αντικρίσει τέτοια ανδρική ομορφιά.
    Σε μια στιγμή πετιέται από τη λιμνούλα και τρέχει να κρυφτεί ανάμεσα στις μυρτιές και τα χαμόκλαδα πού ήσαν εκεί δίπλα. Βρέθηκε με μιας ντυμένη με την πολύτιμη κι όμορφη φορεσιά της, και στη στιγμή έκανε να φύγει.
 Το βασιλόπουλο, που είχε συνέλθει κάπως έτρεξε ξοπίσω την άρπαξε από το χέρι και της είπε :
—Που πας, κυρά μου ; Στάσου να μου πεις ποιά είσαι, πόθεν έρχεσαι και πού θα πας… η ομορφιά σου με θάμπωσε!
    Είσαι η βασίλισσα της ομορφιάς... Δε σ' αφήνω να φύγεις, αν δε μου πεις ποια είσαι.
—«Άφησέ με, παλικάρι μου, να φύγω. Εγώ δεν είμαι σαν και σένα. Είμαι η βασίλισσα των νεράιδων.
  Τούτα εδώ τα μέρη είναι δικά μου. Κάπου εδώ κοντά έχω το παλάτι μου κι ήρθα δω πέρα να λουστώ στη Βρύση της αγάπης και να γυρίσω».
 —«Δε θα μου φύγεις, απάντησε το βασιλόπουλο. Εσύ είσαι ή κοπέλα, πού θα παντρευτώ. Μου τόπε μια σπουδαία μάγισσα. Σ' αγάπησα με την καρδιά μου απ' την πρώτη στιγμή πού σ’ αντίκρισα μέσα στη λιμνούλα. Δε θα φύγεις.»
 —«Κι εγώ όμορφό μου παλικάρι, από τη στιγμή πού αντίκρισα όχι τώρα μόνο, Ήρθες κι άλλες φορές δω πέρα και σ’ έβλεπα ανάμεσα από τα χαμόκλαδα και σ’ αγάπησα χωρίς να το ξέρεις, γιατί δε μπορούσες να υποψιαστείς πώς ήμουνα σε τούτα τα μέρη. Σ’ έβλεπα και καμάρωνα την σπάνια ομορφιά σου.
    Σ’ Αγάπησα, μα δεν τολμούσα να σου το φωνάξω, κι αυτή τη στιγμή δε μπορώ να σου πω το ναι, εκτός αν δεχτείς τρία πράματα που θα σου πω.»
 —«Πες μου τα, είπε το βασιλόπουλο, τα δέχομαι προκαταβολικά».
—«Το πρώτο πράμα που Θέλω είναι, να γίνει ό γάμος στο τόπο μου κι εδώ να ζήσουμε για πάντα!
    Το δεύτερο είναι μονάχα εκείνο που θέλω εγώ να γίνεται,
    και το τρίτον ότι κάνω μπροστά σου, καλό ή κακό, να το βρίσκεις πάντα σωστό, και να μην επεμβαίνεις σε καμιά μου πράξη.
    Αν τα δέχεσαι αυτά, δέχομαι κι εγώ την πρόταση σου.»
 —«Τα δέχομαι ανεπιφύλακτα», απάντησε το βασιλόπουλο
 —«Ε, λοιπόν τώρα, πήγαινε στο καλό, στους δικούς σου κι ύστερα από σαράντα μέρες να ‘ρθείς εδώ, στη Βρύση της αγάπης για να παντρευτούμε, αν δε μετανιώσεις στο μεταξύ. Εγώ θα σε περιμένω εδώ.»
    Είπε αυτά η βασίλισσα των νεράιδων και χάθηκε μέσα στο δάσος. Το βασιλόπουλο γύρισε στους δικούς του.
    Ο χαρακτήρας του έγινε τώρα αλλιώτικος κι αυτό το πρόσεξε ο πατέρας του.
    Πως θα πει στον πατέρα του αυτό που του συμβαίνει?
    Έτσι περνούσαν οι μέρες και ήταν πάντα σκεφτικό…
    ο γέρο βασιλιάς κατάλαβε πώς κάπου τριγυρνούσε ο νους του γιου του,
  ότι κάπου ήταν προσηλωμένη η σκέψη του και μια μέρα του είπε :
—«Αγαπημένο μου αγόρι, δε μπορώ να σε βλέπω έτσι.
    Μήπως σε τρώει ή έγνοια του γάμου ;
    Αν είναι αυτό, είμαι έτοιμος να σου βρω τη πιο όμορφη βασιλοπούλα για γυναίκα σου.»
    Σκέφτηκε τότε να μην πικράνει τον πατέρα του και του λέει:
—«Όχι, καλέ μου πατέρα, είπε το βασιλόπουλο. Δεν είναι αυτό που με βασανίζει.
    Άκουσα πώς στην Ελλάδα θα γίνουν αγώνες, κι έχω μεγάλη πεθυμιά να πάρω μέρος στους αγώνες αυτούς.
    Όμως με τρώει η έγνοια μήπως νικηθώ.»
    —«Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι βέβαιος πώς θα γυρίσεις νικητής. Πήγαινε στην ευχή μου, και μη φοβάσαι.»
    Η λαϊκή μούσα τραγούδησε με το τους πιο κάτω στίχους τη συνάντηση του Άδωνη με τη βασίλισσα των νεράιδων.
    Τζ' άλλάχτην τζ' έξαλλάχτηκεν τζ' έβαλεν τα καλά του,
    έπκιαεν τες σαΐτες του τζ' έζώστην τα’άρματά του.
    Έπκιαεν τζεΐνον το στρατίν, τζείνον το μονοπάτιν,
    το μονοπάτι βκάλλει το στη βρύσην της αγάπης.
    Στην βρύση άμα έφτασεν, έκατσε για να πνάση
    τζαί νάσου τζαί τήλ Λυερήμ 'πό πάνω τζ' ανεφάνην.
    Ό ήλιος αντικρύστηκεν μαζίμ με το φεγγάριν,
    ό νιός τζ' η νιά εμοιάζασιν, τζ' είχαμ μηάληχ χάρη».
    Το βασιλόπουλο μόλις αντίκρισε τη βασίλισσα των νεράιδων, ρίχτηκε στην αγκαλιά της, φιλήθηκαν
    και με την προσταγή της κοπέλας, ξεντύθηκαν και λούστηκαν αγκαλιασμένοι στα νερά της Βρύσης της Αγάπης.
  Ύστερα βγήκαν ντύθηκαν και η κοπέλα πρόσταξε δυο φαντάσματα αυτά φορτώθηκαν και τους δύο στους ώμους τους και σε λίγα λεπτά τούς πήραν στο παλάτι της νεράιδας.
  Το παλάτι ήταν ολόχρυσο κι έλαμπε από τα πολλά πλούτη. Τα έπιπλα του, οι τοίχοι, το πάτωμα, η οροφή, ήταν καμωμένα από χρυσάφι και στολισμένα με διαμάντια.
  Εκεί ντύθηκαν με ολομέταξες αραχνοΰφαντες στολές κι ή νεράιδα σύστησε το βασιλόπουλο σε όλους που μαζεύτηκαν, υπηρέτριες και ξωτικά για άντρα της και όλοι χάρηκαν πολύ.
  Ύστερα ετοίμασαν φαγητά κι έστησαν τραπέζια και γλέντησαν όλοι στους γάμους της κυράς τους.
  * Το αγρινό είναι είδος άγριου προβάτου και ανήκει στην οικογένεια Caprinae.
  Θεωρείται ο ένας από τους δύο προγόνους όλων των σημερινών εξημερωμένων προβάτων.
Ο χρήστης melomenos για το Νεραϊδόκυκλο στην ιστοσελίδα Νεραϊδόκυκλος την 21-03-11
http://seliniartemisekati.blogspot.gr/  - Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος(link ). Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου