Τετάρτη 10 Μαΐου 2017

Οι ονομασίες των Νεράϊδων ή Ξωτικών εις την λαό μας σήμερα μέσα από λαική Χριστιανική παράδοση -ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΕΡΜΕΙΔΟΥ

 

Χριστιανική ιστορία

Οι ονομασίες των Νεράϊδων ή Ξωτικών εις την λαό μας σήμερα

Οι Ανεραΐδες (Σίκινος) [....]

  Οι Ανεραΐδες είναι ωραίαις γυναίκες ασπροφόραις, αλλά έχουνε ένα μεγάλο κουσούρι, πώς τό πόδι τους είναι γαϊδουρινό. Αυταίς μπορούν νά βλάψουν όποιο  θέλουν, ‘ς άλλους όμως κάνουν καλό. Έναν από τόν τόπο μας τόν έμαθαν νά παίζη τή λύρα, καί κανείς δέν μπορούσε νά παίξη σάν κι’ αυτόν. Άν αρρωστήσει κανείς ‘ς τήν εξοχή, όλοι τό ξέρουν πώς από τοίς Ανεραΐδες τό έπαθε.

Οι φτερωταίς Νεράιδες (Δήμος Φαλάνθου της Μαντινείας) [...]

  Είναι καί Νεράιδες άσκημαις, μαύραις σάν αράπισσαις, καί έχουνε μεγάλα φτερά σάν αιτού άλλοι λέν (‘ς χωριό Ροϊνό) πώς τά φτερά τους είναι σάν τής πέρδικας. Όχι μόνον όμορφαις δέν είναι σάν τοίς άλλαις Νεράιδες, αλλά καί  φοβερώτεραις καί κάνουν μεγάλα κακά ‘ς τους ανθρώπους. Όταν σηκώνουνται ανεμοξουριαίς αρπάζουν ότι εύρον μπροστά τους, ξύλα καί λιθάρια, καί σηκώνονται σέ θεώρατα ύψη καί από εκεί τά ρήγνουν μέ μανία, γιά νά χτυπήσουν ανθρώπους καί ζώα. Χορεύουνε μανάχα ‘ς τοίς μεγάλαις καί φοβεραίς ανεμοξουριαίς ; όντας σηκώνωνται ‘ς τόν αέρα λατούφια κι’ άλλα ξύλα.   

 Οι Αλουστίναις (Σύμη) [.....]

Οι Αναράδες λέονται κι’ Αλουστίναις, γιατί βγαίνουν τό καλοκαίρι, καί μάλιστα  τόν Αύγουστο. Είναι γυναίκες νέαις, όμορφαις, αλλαμέναις ή ασπροφόραις, έχουν όμως άτσαις σάν τού γαδάρου. Βγαίνουν τό μεσημέριν ή τά μεσάνυχτα, τοίς νύχτες πού νά μήν έχουν φεγγάρι, και χάννουνται τό πολύ ‘ς τοίς τρείς τού πετεινού. Τρελλαίνονται ‘ς το χορό, και ‘ρπούν τούς άνδρες, νέους ή γέρους, καί τούς βάλλουν ‘ς το χορό. Σά χορεύουν οι Αλουστίναις, τραουδού «Πάμπακος γή μόλιβος» όποιος πή μόλιβος φίννουν τον, όποιος πή πάμπακος παίρουν τον και πάου ‘ς το φτερό.

Όποιος πιάση αλουστίναν, γίνεται ευτυχισμένος. Πρέπει νά περιμείνη τή στιγμή πού κράσσει ο πετεινός, πού θά χαθούν, νά πιάση από τό χέρι εκείνην πού διάλεξε καί νά τήν κρατή σφιχτά νά μήν τού φύη. Σάν κράξη πεόν ο πετεινός, εκείνη πομένει και κλουθά του και γροικά του έτι τής πή.

  Οι παλαιοί ελέα σάν εύρης τό μεσημέριν Αλουστίναις, νά προφτάσης νά πιάσης  καμμιάν απού τά μαλλιά. Άν πιάσης καμμιάν Αλουστίνα, νά τήν βάλης νά λέθη, ποττές δέν σώννεται τό λέσιμον τής Αλουστίνας.        

Οι Νεράιδες οι βουνίσιαις και οι θαλασσιναίς (Κάλαμαι) [....]

Οι Νεράιδες δέν είναι τό ίδιο όλαις, μόν’ άλλαις είναι βουνήσιαις κι’ άλλαις θαλασσιναίς. Οι βουνήσιαις εχθρεύονται πολύ τοίς θαλασσιναίς καί κάθε Σαββάτο  βράδυ κατεβαίνουν από τά βουνά, κ’ οι θαλασσιναίς βγαίνουν από τή θάλασσα καί πολεμούν. Άν νικήσουν οι βουνήσιαις, χαρά ’ς εκείνον τό βουνήσιο πού θά  απαντήσουν ‘ς τό δρόμο τους, όταν γυρίζουν ‘ς τά βουνά τού κάνουν χίλια καλά άν τύχη όμως μπροστά τους κανείς θαλασσινός, αλίμονό του! Τό ίδιο κάνουν κ’ οι θαλασσιναίς, όταν νικήσουν περιποιούνται τούς θαλασσινούς καί κατατρέχουν τούς βουνήσιους.

Η Κάλη τών Οβκών (Κύπρος) [....]

Η Κάλη τών Οβκών είναι δαιμόνισσα πού έχει μεγάλη δύναμην, καί αυτήν ξέρουν καί τήν διατάζουν οι μάγοι. Έχει κ’ ένα γιόν, πού λέγεται τό Κουτσόν τής Καλής, καί αυτό είναι πολύ γρήγορο καί κάνει ότι τόν προστάζη ο αρχηγός τών δαιμόνων.

Νεράιδες και Νεράιδοι (Κρήτη) [....]

Σ τή Βιάννο πώχει πολλά νερά καί πολλά δέντρα, κάθε ποτάμι καί κάθε αυλάκι έχει Νεράιδες. Καί ‘ς τό Λασήθι σέ πολλαίς μεριαίς, μάλιστα ‘ς τή βρύση κοντά ‘ς τού Τζερμιάδου, έχει πολλές Νεράιδες καί πολλούς Νεράιδους.

Οι Γιαλούδες (Μύκονος)  [....]

Σέ μιά ρεματιά πού λέγεται Ρουσουνάρα, κοντά ‘ς τήν χώρα, πλένουν όλη τήν ημέρα οι Γιαλούδες. Είναι νέες ασπροφόραις, καί πολλαίς γυναίκες τοίς είδαν νά πλένουν καί ν’ απλώνουν τά ρούχα των ‘ς τόν ήλιο νά τά στεγνώσουν. Καί ς’ άλλα μέρη τής Μύκονος, κοντά σέ στέρναις ή σέ ρέματα είδαν πολλαίς τό καλοκαίρι τοίς Γιαλούδες νά πλένουν μά άμα τοίς ιδεί καμμιά, αμέσως αφανίζονται.

  Καμμιά φορά τό καλοκαίρι, όταν κάνη πολλή ζέστη καί δέν σειέται φύλλο, σηκώνεται ένας ανεμοστρόφιλας πού συνεπαίρνει φύλλα κι’ αγκάθια κι’ ότι βρή μπροστά του καί η ζέστη γίνεται μεγαλύτερη, πού πολλών φουσκαλιάζουν απ’ αυτή τά χέρια ή ότι άλλο μέρος τού σώματός των είναι γυμνό. Όποιος λοιπόν βγάζει φούσκαις λέει πώς οι Γιαλούδες τόν πιάσανε, καί τού δίνουν αγιασμό καί τού κάνουν ευκέλαιο γιά νά γιατρευτή. ‘Σ εκείνο τόν ανεμοστρόφιλα ή ύστερα από αυτόν είναι πού φαίνονται οι Γιαλούδες.           

Η Πεγαδίσ’ τρα (Οινόη Πόντου) [....]

Σέ κάθε πηγή είναι καί μία Πεγαδίσ’ τρα. Καί όταν καμμιά κόρη ή καμμιά γυναίκα πηγαίνει πολύ πρωΐ, τή χαιρετάει σιγανά. «Καλημέρα κυρά-Πεγαδίσ’ τρα σάν τιλα τρέσ’ εις εσύ, αέκα νά τρέ’ ση καί η τύχε μου καί σάν τιλα είσαι γεμάτο, αέκα νά γεμίζη καί η σακκούλα μου».

Οι κατσικοπάδαραις Νεράιδες (Καρδαμύλη του Οιτύλου) [....]

‘Σ τήν κορυφή τού βουνού χορεύουν πάντα τρείς κοπέλλαις πανώριαις, πού ένα μόνο ψεγάδι έχουνε, πώς τά πόδια τους είναι κατσικήσια. Όποιος άνθρωπος ζυγώση κοντά ‘ς αυταίς θά πάθη. Άν κανείς ανήξερος ή ασυλλόγιστος πατήση ‘ς αυτό τό μέρος, πρώτα τόν αγκαλιάζουν καί τόν φιλούν καί τόν αναγκάζουν κι’ αυτόν νά τοίς φιλήση κ’ ύστερα τόν γκρεμίζουν από ψηλά τούς βράχους καί τόν κατακομματιάζουν.

Η σπηλιά τούν ξουθκών (Πιερία) [....]

Δύο ώραις παρακάτω από τήν κορφή τού Φλάμπουρου είναι κοντά σέ μιά βρύση μιά πού κατεβαίνουν ‘ς αυτή μέ σκαλιά σκαλισμένα ‘ς τό βράχο. Εκεί μέσα μένουν ξανθιαίς. Όποιος πάη κεί, τού παίρνουν τό νού του, καθώς καί όποιος κόψη κάνα δένδρο απ’ τά ρουμάνια πού ναι κοντά. Όταν από τά χωριά τριγύρω βλέπουν μαυρίλα ‘ς τό βουνό καί κακοκαιρία, οι γυναίκες φωνάζουν «μέλι και γάλα ! » γιά νά μήν τοίς πειράξουν οι ξανθιαίς.     

Τό πανηγύρι τών ξωτικώνε (Ζάκυνθος) [....]

‘Σ τήν Εξωχώρα σέ ένα λιόφυτο κοντά, τά μεσάνυχτα τά ξωτικά κάνουνε πανηγύρι. Πάνε εκεί καί Ανεράιδες καμμιά φορά, γίνονται γιομάτα, ζεύκια, γάμοι καί μπαγόρδαις. Μία νύχτα δύο εφύγανε από τό χωριό. Ο ένας τά είδε καί είπε τού άλλου νά τραυηχτή. «Γιατί ; είπε : - Δέν βλέπεις τά ξωτικά, πού διασκεδάζουνε ;»

  Μία άλλη νύχτα επεράσανε άλλοι δύο, ο ένας ετραυήχτηκε καί ο άλλος όχι καί έτσι επάρθηκε καί έγινε παραζούζουλο.        

Οι Ανεράιδες ‘ς τά χωράφια (Ερμούπολις= Ίος) [....]

Ένας μιά φορά ‘ς τή Νιό, τόνομά του Γιάννης, πήγαινε τά μεσάνυχτα ‘ς τά χωράφια νά μπλέξη κρομμύδια. Εκεί βλέπει πολλαίς Ανεράιδες και του φωνάζανε : «Δέν ειν’ ώρα ακόμα!» ηθέλανε καί καλά νά τόν κάμουν νά καταλάβη  πώς ήτανε πολλή νύχτα. Ο Γιάννης από τό φόβο του τά παράτησε, κ’ ήφυγε καί πήγε τήν ημέρα.

[Τα ανωτέρω προέρχονται από τους .. τόμους (...) του ...............................................................1965]

Απόσπασμα από το βιβλίο του συγγραφέως Ομήρου Ερμείδη με τον τίτλο «Αναμνήσεις από το μέλλον του χθες» υπότιτλο «Ηρωολόγιον Αγιολόγιον» υπό έκδοσιν

 [η βιβλιογραφία αποκρύπτεται μέχρι κυκλοφορίας του βιβλίου του συγγραφέως, διότι αντιγράφονται τα άρθρα του άνευ αναφοράς εις το όνομά του] 

http://seliniartemisekati.blogspot.gr/- Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος(link ). Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου